Η εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF) αποτελεί σε μια τεχνητή ιατρική διαδικασία που σχεδιάστηκε για να αντιμετωπίσει την στειρότητα του ζεύγους με σκοπό την επίτευξη εγκυμοσύνης. Σε γενικές γραμμές για τη διαδικασία αυτή, οι ωοθήκες διεγείρονται με συνδυασμό φαρμάκων γονιμότητας και στη συνέχεια ακολουθεί αναρρόφηση ωοθυλακίων. Τα ληφθέντα ωάρια γονιμοποιούνται στο εργαστήριο "in vitro" και στην συνέχεια ένα ή περισσότερα έμβρυα μεταφέρονται στην κοιλότητα της μήτρας. Τα βήματα αυτά συμβαίνουν σε χρονικό διάστημα περίπου δύο εβδομάδων, το οποίο ονομάζεται κύκλος εξωσωματικής γονιμοποίησης. Α) ΕΠΙΛΟΓΗ ΑΣΘΕΝΩΝ Πριν καταλήξουμε στην απόφαση για υποβοήθηση του ζεύγους, είναι αναγκαίο να γίνει μια πλήρης αξιολόγηση των αιτιών της υπογονιμότητας και πρέπει να γίνεται και στους δύο εταίρους πριν να ξεκινήσουν την εξωσωματική γονιμοποίηση. Η κατανομή των αιτιών της στειρότητας φαίνεται στο παρακάτω σχήμα. (πηγή) Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει απουσία απόλυτης ένδειξης στειρότητας όπως για παράδειγμα απόφραξη σαλπίγγων ή σοβαρή ανδρική ολιγοασθενοσπερμία, τα ζευγάρια θα πρέπει να δοκιμάσουν πριν προχωρήσουν στην εξωσωματική γονιμοποίηση :
Β) ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ
Η εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να εφαρμοστεί σε γυναίκες με αίτια υπογονιμότητας, συμπεριλαμβανομένου ενός ή περισσοτέρων από τα ακόλουθα:
Γ) ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ Μειονεκτήματα της εξωσωματικής γονιμοποίησης αποτελούν το υψηλό κόστος, η ανάγκη για την ιατρική παρέμβαση (διέγερση ωοθηκών, ωοληψία, νάρκωση) και τα φάρμακα τα οποία συνδέονται με κάποιο κίνδυνο για τη γυναίκα καθώς και με αύξηση της πολλαπλής κυοφορίας και ενδεχομένως ελαφρά αύξηση των εμβρυικών επιπλοκών. Ως εκ τούτου, οι εναλλακτικές θεραπευτικές επιλογές, συμπεριλαμβανομένης της απλής παρατήρησης, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν συμβουλεύουμε τις γυναίκες με ανοιχτές σάλπιγγες και χωρίς σοβαρή ανδρική υπογονιμότητα. Δ) ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ Διάφοροι παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν την επιτυχία της εξωσωματικής γονιμοποίησης όπως, η ηλικία, η διάγνωση της στειρότητας και το μαιευτικό ιστορικό. 1) Η ηλικία της γυναίκας: Στην εξωσωματική γονιμοποίηση, η μειωμένη επιτυχία οφείλεται τόσο στη μειωμένη ανταπόκριση των ωοθηκών στη διέγερση με γοναδοτροπίνες, με αποτέλεσμα την μείωση του αριθμού των ωαρίων για εξωσωματική γονιμοποίηση, όσο και στη μείωση του ποσοστού εμφύτευσης ανά έμβρυο που μεταφέρεται λόγω της κακής ποιότητας των ωαρίων. Επιπλέον, ο κίνδυνος της αυθόρμητης αποβολής είναι σημαντικά υψηλότερη σε ηλικιωμένες γυναίκες. Το ανώτατο όριο για τη διενέργεια εξωσωματικής γονιμοποίησης χωρίς ωάρια είναι αμφιλεγόμενη και ποικίλλει από περιοχή, αλλά συνήθως κυμαίνεται 41 έως 45 ετών. (πηγή)
2) Επάρκεια των ωοθηκών : Η ωοθυλακιοτρόπος ορμόνη (FSH) και οι συγκεντρώσεις της οιστραδιόλης μπορεί να βοηθήσουν στην πρόβλεψη για την επιτυχία της διαδικασίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης. Ένα υψηλό επίπεδο αυτών των ορμονών στην 3η ημέρα του κύκλου είναι ένα φτωχό προγνωστικό σημείο.
3) Απουσία υδροσάλπιγγας : Μελέτες έχουν δείξει επανειλημμένως ότι η παρουσία υδροσάλπιγγας συνδέεται με κακή έκβαση εξωσωματικής γονιμοποίησης. Το ποσοστό γέννησης βιώσιμων εμβρύων είναι το ήμισυ σε σχέση με τις γυναίκες χωρίς υδροσάλπιγγες. Επιπλέον, τυχαιοποιημένες μελέτες έχουν δείξει ότι σαλπιγγεκτομή πριν από την εξωσωματική γονιμοποίηση σε γυναίκες με υδροσάλπιγγες βελτιώνει τα ποσοστά εγκυμοσύνης και ως εκ τούτου θα πρέπει να συνιστάται.
5) Κάπνισμα : Το κάπνισμα μειώνει τα ποσοστά επιτυχίας εξωσωματικής γονιμοποίησης (λιγότερα ωάρια ανακτώνται) και συνδέεται με πολλές αρνητικές επιπτώσεις στη γενική υγεία. 6) Προηγούμενη εγκυμοσύνη - Ένα προηγούμενο ιστορικό γέννησης ζώντος εμβρύου σχετίζεται με υψηλότερη πιθανότητα επιτυχούς εξωσωματικής γονιμοποίησης, αλλά το ιστορικό ενός ή περισσότερες αποβολές δεν μειώνει σημαντικά την πιθανότητα επιτυχίας. 8) Παχυσαρκία : Η υπογονιμότητα είναι πιο διαδεδομένη μεταξύ των υπέρβαρων και παχύσαρκων γυναικών και εξωσωματική γονιμοποίηση μπορεί να είναι ελαφρώς μικρότερη επιτυχία σε αυτές τις γυναίκες.
|